Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



Ερωτας στα χιόνια


Ερμηνεία:

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΙΟΝΙΑ – O Ἔρωτας στὰ χιόνα

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΙΟΝΙΑ – OἜρωτας στὰ χιόνα

 

Καρδιὰ το χειμῶνος. ΧριστούγενναἍις-Βασίλης, Φῶτα.

Κα αὐτὸς ἐσηκώνετο τ πρωίρριπτεν εἰς τοὺς μους τὴν παλιὰν πατατούκαν του, τ μόνον ροῦχονπο ἐσώζετο ἀκόμη ἀπ τοὺς πρ τῆς ετυχίας του χρόνουςκα κατήρχετο εἰς τὴν παραθαλάσσιον ἀγοράν,μορμυρίζωνν κατέβαινεν ἀπ τ παλαιὸν μισογκρεμισμένον σπίτιμ τρόπον ὥστε να τὸν ἀκού γειτόνισσα:

− Σεβτὰς εν αὐτόςδὲν εναι τσορβάς …· ρωντας εἶναιδὲν εἶναι γέρωντας.

Τ ἔλεγε τόσον συχνάὥστε λες ο γειτονοποῦλες ὁπο τὸν κουαν τοῦ τ ἐκόλλησαν τέλος ςπαρατσούκλι: « μπαρμπα−Γιαννιὸς  ρωντας».

Διότι δὲν το πλέον νέοςοτε εὔμορφοςοὔτε σπρα εχενὍλα αὐτ τ εἶχε φθείρει πρ χρόνωνπολλῶνμαζ μ τ καράβιεἰς τὴν θάλασσανεἰς τὴν Μασσαλίαν.

Εἶχεν ἀρχίσει τὸ στάδιόν του μ αὐτὴν τὴν πατατούκανταν ἐπρωτομπαρκάρησε ναύτης εἰς τὴνβομβάρδαν το ἐξαδέλφου τουΕἶχεν ἀποκτήσειἀπ τ μερδικά του ὅσα ἐλάμβανεν ἀπ τ ταξίδιαμετοχὴνἐπ το πλοίουεἶτα εἶχεν ἀποκτήσει πλοῖον δικόν τουκα εἶχε κάμει καλ ταξίδιαΕἶχε φορέσει ἀγγλικὲςτσόχεςβελούδινα γελέκαψηλ καπέλαεἶχε κρεμάσει καδένες χρυσὲς μ ὡρολόγιαεἶχεν ἀποκτήσει χρήματα·ἀλλ τ φαγεν ὅλα ἐγκαίρως μ τὰς Φρύνας εἰς τὴν Μασσαλίανκα ἄλλο δὲν το ἔμεινεν εἰμ  παλιπατατούκατὴν ὁποίαν ἐφόρει πεταχτὴν ἐπ' ὤμωνἐν κατέβαινε τ πρωὶ εἰς τὴν παραλίανδι ν μπαρκάρσύντροφος μ καμμίαν βρατσέραν εἰς μικρὸν ναῦλον δι ν πάγ μ ξένην βάρκαν ν βγάλῃ κανέναχταπόδι ἐντὸς το λιμένος

Κανένα δὲν εἶχεν εἰς τὸν κόσμονἦτον ἔρημοςΕἶχε νυμφευθκαὶ εἶχε χηρεύσειεἶχεν ἀποκτήσει τέκνον,κα εἶχεν ἀτεκνωθῆ 

Καὶ ἀργὰ τό  βράδυ τὴν νύκτατὰ μεσάνυκταἀφοῦ  ἔπινεν ὀλίγα ποτήρια διά νὰ ξεχάσῃ  διά νὰ ζεσταθῇ, ἐπανήρχετο  εἰς τὸ παλιόσπιτο τὸ μισογκρεμισμένον, ἐκχύνων εἰς τραγούδια τὸν πόνον του:

Σοκάκι μου μακρὺ-στενό μὲ τὴν κατεβασιά σου,

κάμε κ' ἐμένα γείτονα μὲ τὴν γειτόνισσά σου.

Ἄλλοτε παραπονούμενος εὐθύμως:

Γειτόνισσα, γειτόνισσα, πολυλογοὺ καὶ ψεύτρα,
δὲν εἶπες μιὰ φορὰ κ' ἐσύ, Γιαννιό μου ἔλα μέσα.

 



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Καὶ ἀργὰ τὸ βράδυ, τὴν νύκτα, τὰ μεσάνυκτα, ἀφοῦ ἔπινεν ὀλίγα ποτήρια διὰ νὰ ξεχάσῃ ἢ διὰ νὰ ζεσταθῇ, ἐπανήρχετο εἰς τὸ παλιόσπιτο τὸ μισογκρεμισμένον, ἐκχύνων εἰς τραγούδια τὸν πόνον του [Ο ἔρωτας στά χιόνια]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: